ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

ΟΙ ΤΡΑΠΕΖΙΤΕΣ ΝΟΜΟΘΕΤΟΥΝ? Σκάνδαλο: Αθωώνουν τραπεζίτες κρυφά εν μέσω πανδημίας

ΟΙ ΤΡΑΠΕΖΙΤΕΣ ΝΟΜΟΘΕΤΟΥΝ? Σκάνδαλο: Αθωώνουν τραπεζίτες κρυφά εν μέσω πανδημίας

Ανάμεσα τους είναι και πρώην ισχυρός άνδρας μιας από τις μεγάλες συστημικές Τράπεζες αλλά και άλλα προβεβλημένα, ακόμα και εν ενεργεία, τραπεζικά στελέχη.


Με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου εξαίρεσαν από την αναστολή του χρόνου προθεσμίας παραγραφής νόμιμων και δικονομικών προθεσμιών, (μέχρι να λήξουν οι έκτακτες συνθήκες και να επανέλθει πλήρως η λειτουργία των δικαστηρίων), υποθέσεις για μεγάλα τραπεζικά σκάνδαλα (για τις οποίες είχαν ασκηθεί αυτεπαγγέλτως βαρύτατες ποινικές διώξεις για απιστία) και συναφή αδικήματα και βρίσκονται σε εκκρεμότητα.

Πρόκειται για μια ενέργεια που έγινε εν μέσω συνθηκών πανδημίας, κι ήρθε να «κουμπώσει» με ένα παλαιότερο νομοθέτημα της κυβέρνησης Μητσοτάκη, από τα πρώτα που έσπευσε να φτιάξει, το οποίο ούτε λίγο ούτε πολύ έλεγε ότι για τις εκκρεμείς υποθέσεις απιστίας πρέπει πλέον (για να συνεχιστεί η διερεύνηση τους) να υποβληθεί έγκληση από τον δικαιούμενο, δηλαδή την πληγείσα από τις «λαμογιές» των σελεχών της, τράπεζα. Μάλιστα ο νέος αυτός κατάπτυστος νόμος έδινε το δικαίωμα στις τράπεζες να υποβάλλουν την έγκληση του εντός τεσσάρων μηνών από την έναρξη της ισχύος του. Διαφορετικά οι δικογραφίες θα έμπαιναν στο χρονοντούλαπο μιας σκανδαλωδώς νομοθετούμενης αμνηστίας, δηλαδή θα τοποθετούνταν, με λίγα λόγια, στον κάλαθο των αχρήστων.

Και τώρα, για να μην έρθουν σε δύσκολη θέση οι τράπεζες που δεν πήγαν να υποβάλλουν την έγκληση διεκδικώντας την τιμωρία των στελεχών που είχαν διαπράξει απιστία σε βάρος τους (άρα επι της ουσίας σε βάρος των ελλήνων πολιτών), η κυβέρνηση έσπευσε να τις βγάλει από την δύσκολη θέση.

Με μια Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, που λειτουργεί ως ο «από μηχανής Θεός» για τις τράπεζες -που θα έπρεπε σε διαφορετική περίπτωση να εξηγήσουν στον κόσμο γιατί δεν κυνήγησαν τα επίορκα στελεχη τους-, εξαιρεί αυτές τις υποθέσεις από όλες τις υπόλοιπες για τις οποίες ισχύουν οι αναστολές προθεσμίας δήλωσης συνέχισης δίκης.

Δείτε αναλυτικά τι ωραία που στήθηκε η ιστορία:

Βάσει του άρθρου 11 της ΠΝΠ από 11/03/2020 δόθηκε η εξουσιοδότηση στους Υπουργούς Εθν. Άμυνας, Υγείας και Δικαιοσύνης να αποφασίζουν για την αναστολή δικονομικών προθεσμιών.
Δυνάμει αυτής εκδόθηκαν τρεις ΚΥΑ με τις οποίες προβλέφθηκε η αναστολή των νόμιμων και δικονομικών προθεσμιών για τη διενέργεια διαδικαστικών πράξεων και άλλων ενεργειών ενώπιον των υπηρεσιών των δικαστηρίων και των εισαγγελιών. Οι εν λόγω ΚΥΑ κάλυπταν την περίοδο από 13/03/2020 έως και 27/04/2020. Η πρόβλεψη αυτή κρίθηκε αναγκαία λόγω του σχεδόν πλήρους περιορισμού λειτουργιών των δικαστηρίων και των γραμματειών τους.

Με το άρθρο 46 όμως Πράξης Νομοθετικού Περιεχομενου και συγκεκριμένα της ΠΝΠ 13/04/2020, προβλέφθηκε ρητά ότι η αναστολή της προθεσμίας αυτής που δόθηκε με τις ΚΥΑ «δεν καταλαμβάνει την προθεσμία δηλώσεων επιθυμίας προόδου εκκρεμών ποινικών διαδικασιών, που είχαν ανοίξει χωρίς την υποβολή εγκλήσεως, με αντικείμενο πράξεις που διώκονταν αυτεπαγγέλτως, για τη δίωξη των οποίων απαιτείται έγκληση».

Η πρόβλεψη αυτή αίρει ρητά την αναστολή που χορηγήθηκε δυνάμει των παραπάνω ΚΥΑ και, συνεπώς, στην πράξη καταλήγει να αίρει αναδρομικά την αναστολή για όλο το διάστημα από την πρώτη μέρα που επιβλήθηκε νομοθετικά μέχρι σήμερα.

Και αφορά μάλιστα ακριβώς την περίοδο που οι ενδιαφερόμενοι να υποβάλουν τέτοιες δηλώσεις αφενός δεν μπορούσαν να τις υποβάλουν λόγω του περιορισμού των εργασιών των δικαστηρίων και θεωρούσαν κιόλας ότι η μη υποβολή τους δεν θα είχε κανένα νομικό αποτέλεσμα, λόγω της ρητής νομοθετικής πρόβλεψης.

Μια από τις πλέον προβεβλημένες περιπτώσεις λοιπόν που αφορά η εν λόγω πρόβλεψη είναι αυτή των διώξεων υποθέσεων απιστίας των τραπεζικών στελεχών.

Υπενθυμίζεται ότι όπως είχε καταγγείλει το Documento η σημερινή Κυβέρνηση με το νόμο 4637/2019 και συγκεκριμένα με το άρθρο 6 παρ. 2 και το άρθρο 12 ν. 4637/2019 αφενός μεν έθεσε ως προϋπόθεση της δίωξης πράξεων απιστίας των τραπεζικών στελεχών ακόμη και σε κακουργηματικές υποθέσεις την υποβολή έγκλησης από τα ίδια τα διοικητικά όργανα των τραπεζών και αφετέρου δε προέβλεψε ότι «εκκρεμείς ποινικές διαδικασίες, που έχουν ανοίξει χωρίς την υποβολή εγκλήσεως με αντικείμενο πράξεις απιστίας για τη δίωξη των οποίων απαιτείται έγκληση στον παρόντα νόμο ενώ διώκονταν αυτεπαγγέλτως υπό το προϊσχύσαν δίκαιο, συνεχίζονται, εφόσον ο δικαιούμενος να υποβάλει έγκληση, δηλώσει εντός τεσσάρων μηνών από την έναρξη της ισχύος του παρόντος νόμου ότι επιθυμεί την πρόοδό τους».

Ο χρόνος δημοσίευσης του ως άνω νόμου ήταν η 18/11/2019. Το 4μηνο αυτό έληγε την 18/03/2020. Ο χρόνος έναρξης της αναστολής των προθεσμιών ξεκινούσε την 13/03/2020.

Η χθεσινή λοιπόν επίμαχη ΠΝΠ ήρε αναδρομικά την εν λόγω αναστολή, αφήνοντας να «τρέξει» κανονικά το μέρος της προθεσμίας που απέμενε από την 13/03/2020 και μετά, εγκλωβίζοντας όσους ήθελαν, αλλά ακόμη δεν είχαν υποβάλλει τις σχετικές δηλώσεις, σε μια εξαναγκαστική απώλεια δικονομικών δικαιωμάτων τους.

Είναι προφανές ότι για τις διοικήσεις των τραπεζών που δεν ήθελαν να υποβάλουν σχετικές δηλώσεις προόδου, αλλά δεν ήξεραν και πως να δικαιολογήσουν μια τέτοια σκανδαλώδη άρνηση, η εν λόγω πρόβλεψη είναι το απόλυτο άλλοθι τους.